12 Νοε 2016

T. T. I. P.

Όταν γίνεται λόγος, ειδικά τους τελευταίους μήνες, για επαχθείς συμφωνίες, που υποβαθμίζουν το παρόν και το μέλλον μας, το πρώτο πράγμα που μας έρχεται στο μυαλό δεν είναι άλλο από το τρίτο μνημόνιο. Με αφορμή το σεμινάριο που διεξήχθη χθες από το Πανεπιστήμιο για τη Διατλαντική Συμφωνία Εμπορίου και Επενδύσεων, έχει μία σημασία να δούμε ποιο είναι το περιεχόμενο αυτής και το λόγο για τον οποίο το Πανεπιστήμιο ουσιαστικά την προπαγανδίζει στους/στις φοιτητές/-τριες του. Την ίδια στιγμή, όμως, δύο από τις μεγαλύτερες αγορές του πλανήτη, αυτή των Η.Π.Α. και της «δικιάς μας» Ε.Ε., διαπραγματεύονται απ' της 8 Ιουλίου, με ψήφισμα που ενέκρινε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για μια συμφωνία πολύ χειρότερη απ’ οποιοδήποτε μνημόνιο θα μπορούσε κανείς να σκεφτεί. Με το ψήφισμα αυτό προετοιμάζεται το έδαφος για την υπογραφή μιας συνθήκης ελεύθερου εμπορίου ανάμεσα στην Ε.Ε. και τις Η.Π.Α., ένα αποφασιστικό βήμα προς την ολοκλήρωση της διαδικασίας υπαγωγής όλων των πτυχών του κοινωνικού βίου στους κανόνες της ελεύθερης αγοράς. Ας δούμε τα πιο βασικά σημεία της συμφωνίας:

•            Διευκόλυνση ιδιωτικοποιήσεων όλων των δημόσιων υπηρεσιών
Η αλήθεια είναι ότι το ζήτημα των ιδιωτικοποιήσεων έχει απασχολήσει πολύ τη δημόσια σφαίρα τη χώρας μας το τελευταίο διάστημα, λόγω και του ότι τα ίδια τα μνημόνια επιτρέπουν το ξεπούλημα δημόσιας περιουσίας σε ιδιώτες (Ελληνικό, ΕΥΔΑΠ). Σύμφωνα με αυτό το πνεύμα, ακόμη και η παροχή και κατανάλωση νερού και ηλεκτρικού ρεύματος, η εξόρυξη στρατηγικής σημασίας πρώτων υλών, ή η αποκομιδή σκουπιδιών, είναι λειτουργίες που θα πρέπει να περιέλθουν σε ιδιώτες. Η συγκεκριμένη συμφωνία, όμως, πάει την κατάσταση ένα βήμα παραπέρα, εφόσον πλέον, στα πλαίσια της ΤΤΙΡ, δεν θα υπάρχει δυνατότητα επιστροφής σε κρατικό έλεγχο μιας υπηρεσίας, ακόμα κι αν αυτή είναι η βούληση της κυβέρνησης (λέμε τώρα) και, κυρίως, των πολιτών που την ψήφισαν.

•            Ενιαίες προδιαγραφές για τα εμπορεύματα σε Η.Π.Α. και Ε.Ε.
Το σημείο αυτό της συμφωνίας φαίνεται αρκετά «ασφαλές», μέχρι να αναλογιστούμε ότι εμπόρευμα αποτελούν και τα ίδια τα τρόφιμα. Στο ζήτημα των τροφίμων, λοιπόν, οι ΗΠΑ τηρούν χαμηλότερα στάνταρ από την ΕΕ, ειδικά σε ότι αφορά τη χρήση φυτοφαρμάκων αλλά και γενετικά τροποποιημένων τροφίμων. Πολύ περισσότερο, η πολιτική των ΗΠΑ στο συγκεκριμένο ζήτημα είναι χειρότερη από αυτή της ΕΕ, καθώς, ενώ στην ΕΕ μια εταιρία πρέπει να αποδείξει πως ένα προϊόν είναι ασφαλές για να το κυκλοφορήσει στην αγορά, στις ΗΠΑ το κράτος πρέπει να αποδείξει πως το προϊόν είναι επικίνδυνο για να μπορέσει να το αποσύρει από την αγορά. Οι μεγάλες πολυεθνικές που δραστηριοποιούνται στο κομμάτι των agro-business θα έχουν επιτέλους την ευκαιρία να κατακλύσουν την ευρωπαϊκή αγορά με μεταλλαγμένα διατροφικά προϊόντα. Μάλιστα, καμία σημασία δεν θα έχει αν τα επίμαχα προϊόντα θα υποχρεωθούν να φέρουν ειδική προειδοποιητική ετικέτα που θα εφιστά την προσοχή του καταναλωτή στο γεγονός ότι περιέχουν γενετικά τροποποιημένες ουσίες. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτού του κομματιού της συμφωνίας αποτελεί η συνέχιση της κυκλοφορίας ληγμένου γάλατος στα supermarkets, σε χαμηλότερη τιμή –γιατί, απ’ ότι φαίνεται, τα οικονομικά πληττόμενα κοινωνικά στρώματα πρέπει κάπως να ζήσουν, απλώς όχι τόσο αξιοπρεπώς όσο θα θέλανε.

•            Κατοχύρωση της δυνατότητας μιας εταιρίας να μηνύει ένα κράτος, με ευνοϊκούς όρους, σε ένα παράλληλο δικαστικό σύστημα
Ένα ακόμη τερατούργημα που προβλέπεται να θεσπιστεί από την TTIP είναι ο λεγόμενος Μηχανισμός Επίλυσης Διαφορών μεταξύ Επενδυτών και Κρατών. Όταν μια εταιρία θεωρεί ότι κάποιο κράτος αποτυγχάνει να τηρήσει τους όρους της διατλαντικής συμφωνίας, θα έχει τη δυνατότητα να το μηνύει. Όχι, όμως, σε κρατικά ή διεθνή δικαστήρια (όπως γίνεται μέχρι στιγμής), αλλά σε ειδικά συγκροτημένα γι αυτό το λόγο δικαστήρια. Η θεσμοποίηση ενός μηχανισμού διαιτησίας ανάμεσα σε κράτη και επενδυτές υποδηλώνει πως στα μάτια των υπερεθνικών κέντρων πολιτικής και οικονομικής εξουσίας, η ανάγκη της προστασίας του δημόσιου συμφέροντος, ουδόλως υπερτερεί της ανάγκης για την προστασία της κερδοφορίας των πολυεθνικών.
Μάλιστα, όταν η μήνυση θα γίνεται δεκτή (που, ας το παραδεχτούμε: πόσες πιθανότητες υπάρχουν ένα τέτοιο δικαστήριο να απορρίψει τη μήνυση;), το κράτος θα υποχρεώνεται σε αποζημίωση, με χρήματα που θα προέρχονται από τον προϋπολογισμό του! Για να το εξηγήσουμε ακόμα πιο απλά, τα χρήματα που θα πληρώνουμε σε φόρους θα πηγαίνουν στην αποζημίωση εταιριών, η ζημία των οποίων προκύπτει στην περίπτωση της μη υποβάθμισης των όρων διαβίωσής μας. Δεν είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς, ότι με τα όργανα διαιτησίας που συγκροτούνται στο υπερεθνικό επίπεδο να αποφαίνονται μαζικά υπέρ των εταιρειών, ακόμη και η ανάγκη απεμπλοκής από οικολογικά καταστροφικές πηγές ενέργειας όπως η πυρηνική, θα καταστεί οικονομικά ασύμφορη για τα μεμονωμένα κράτη και κατ’ επέκταση για τους υπηκόους τους που συνιστούν την φορολογική τους βάση. (πχ. σουηδική πολυεθνική Vatenfall, που υπέβαλε μήνυση κατά της γερμανικής κυβέρνησης απαιτώντας αποζημίωση έξι δισεκατομμυρίων ευρώ, επειδή μετά το πυρηνικό ατύχημα στην Φουκουσίμα, η κυβέρνηση διέταξε το κλείσιμο των πυρηνικών μονάδων παραγωγής ενέργειας στο Κρούμελ και στο Μπρουνσμπούτελ στις οποίες η Vatenfall είχε επενδύσει χρήματα).

•            Υποχρέωση των παρόχων υπηρεσιών διαδικτύου να παρακολουθούν τις δραστηριότητες των πολιτών στο διαδίκτυο
Ίσως θυμόμαστε μία διάταξη κάπου στο Σύνταγμα για προστασία των προσωπικών δεδομένων, αρχή η οποία κατοχυρώνεται και στην ευρωπαϊκή νομοθεσία. Δυστυχώς για εμάς, αντίστοιχη αρχή δεν υπάρχει στο αμερικανικό δίκαιο, αντίθεση την οποία έρχεται να επιλύσει η ΤΤΙΡ –προφανώς εις βάρος του εθνικού μας δικαίου. Πλέον θα υπάρχει, όχι δυνατότητα, αλλά υποχρέωση των παροχών υπηρεσιών διαδικτύου να παρακολουθούν τις δραστηριότητές μας στο internet και να τις καταδίδουν, αν κρίνουν ότι κάποιος είναι ύποπτος για παραβίαση των πνευματικών δικαιωμάτων. Πρόκειται για την εφαρμογή της ACTA, συμφωνίας που είχε πάει να υπογραφεί μεταξύ ΗΠΑ, ΕΕ, Ιαπωνίας, Καναδά κλπ και περιείχε αντίστοιχες διατάξεις –συμφωνία που δεν είχε υπογραφεί ποτέ από την ΕΕ λόγω των τεράστιων κινητοποιήσεων που είχαν οργανωθεί εναντίον της. Κάπως έτσι, λοιπόν, η ΤΤΙΡ «φροντίζει» να μη νιώθει κανείς ποτέ μοναξιά, αφού θα έχει πάντα μαζί του τον «Μεγάλο Αδερφό»…

•            Εναρμόνιση των εργατικών δικαιωμάτων της ΕΕ με αυτά των ΗΠΑ
Last but not least, ερχόμαστε σε μία συμφωνία που έρχεται να βάλει ταφόπλακα σε οποιοδήποτε εργασιακό δικαίωμα είχαν αφήσει τυπικά ανέπαφο τα μνημόνια. Σύμφωνα, λοιπόν, με όσα συμβαίνουν στις ΗΠΑ, οι συλλογικές συμβάσεις και το δικαίωμα στο συνδικαλισμό θεωρείται ότι βάζουν εμπόδια στο ελεύθερο εμπόριο (όπως συνέβαινε από τις αρχές του αιώνα: για να κηρύξει παράνομες τις πρώτες μαζικές απεργίες εργατών στις ΗΠΑ, αφού σύμφωνα με το ίδιο σκεπτικό ήταν οι εργαζόμενοι αυτοί που χρησιμοποιούσαν αθέμιτα μέσα εξαναγκασμού κατά της επιχείρησης, συνασπιζόμενοι εναντίον της σε ένα κοινό απεργιακό μέτωπο και γι' αυτό οι δυνάμεις καταστολής του κράτους καλούνταν από τους εργοστασιάρχες για συντρίψουν τις κινητοποιήσεις). Το βασικό σκεπτικό το έχουμε βιώσει τα τελευταία χρόνια του μνημονίου: αν ο εργοδότης αναγκάζεται να πληρώνει αξιοπρεπώς τους εργαζομένους, μειώνεται το κέρδος που μπορεί ο ίδιος να βγάλει, επομένως αυτή η «αδικία» πρέπει με κάποιον τρόπο να εξαλειφθεί. Και ποιος καλύτερος τρόπος υπάρχει από την ίδια την εξάλειψη των εργασιακών δικαιωμάτων; Προφανώς, για αυτούς που υποστηρίζουν την εν λόγω συμφωνία, κανένας.

Φαίνεται, λοιπόν, ότι για ακόμη μία φορά η «υπέρβαση» της οικονομικής κρίσης πέφτει στις πλάτες των ίδιων των λαών, των εργαζομένων, της νεολαίας. Φαίνεται ότι θα κληθούμε ξανά να θυσιάσουμε το παρόν και το μέλλον μας στο βωμό της εξυπηρέτησης των συμφερόντων όλων εκείνων που ευθύνονται για τις πολιτικές που διακυβεύουν τις ζωές μας, που προδιαγράφουν ένα μέλλον ανεργίας, φτώχειας και εξαθλίωσης.

Ενάντια, όμως, σε αυτόκλητους «σωτήρες», ενάντια σε όσους υπογράφουν συμφωνίες επί συμφωνιών χωρίς να υπολογίζουν και χωρίς να ενδιαφέρονται για τα δικά μας συμφέροντα, εμείς δεν έχουμε παρά να απαντήσουμε με τον μόνο τρόπο που ξέρουμε: συλλογικά, με ανυποχώρητους αγώνες, με τον ίδιο το λαό στο προσκήνιο. Γιατί, απέναντι σε δήθεν αδιέξοδα και κόντρα σε όσους προσπαθούν αγωνιωδώς να μας πείσουν ότι δεν υπάρχει εναλλακτική, θα συνεχίσουμε να πιστεύουμε ότι υπάρχει άλλος δρόμος, θα συνεχίσουμε να παλεύουμε για μια ζωή με αξιοπρέπεια. Και δεν θα ησυχάσουμε μέχρι να κερδίσουμε.
ΡΑΣ ΕΑΑΚ